Έχω πάλη στο μυαλό μου χίλιες σκέψεις και μόνο αυτό μπορεί να με ημερέψει ανοίγομαι πάλι σε μια κόλα χαρτί δεν ξέρω τη νιώθω και που αλήθεια θα βγει. Τόσα μέσα στο μυαλό μου ξανά το πρόβλημα μου το μεγάλο που είχα από παλιά που με κάνει το κάθε λεπτό να σκέφτομαι κάποτε βγαίνω εντάξει κι άλλοτε δεν υποφέρομαι. Όπως και τώρα, χωρίς έμπνευση, για κάτι να γράφω μα είναι τόσα μέσα μου που κοντεύω να σκάσω εικόνες που έρχονται λίγο πριν συνήθως πάω για ύπνο μα τώρα παντού, κι όταν είμαι ξύπνιος. Εικόνες από λουλούδια φυτρωμένα σε λαγκάδια κι αγκάθια να βλαστούνε μέσα σε λιβάδια. Λουλούδια είναι τα όμορφα που μπαίνουν στη ζωή μου να ομορφύνουνε την ανορθόδοξη ψυχή μου κι όταν μπω κι εγώ στου λουλουδιού τη ζωή μοιάζω σαν βέβηλος που καταστρέφει τη γιορτή. Εικόνες δανείζομαι απ' τα μάτια της μητέρας μου να βλέπει του παιδιού της το αίμα στο τσιμέντο – το αίμα μου τα βράδια κρυφά να βλέπει απ' την πόρτα αν κοιμάμαι και να προσεύχεται όλα καλά να πάνε. Εικόνες που είδα σαν τρίτος μα δεν ήμουν εκεί τον πατέρα μου έξω απ' την πόρτα της εντατικής ν' αντικρίζει την φρίκη με τα μάτια δακρυσμένα λέγοντας πως δεν θα την ακολουθήσω ανοίγοντας της τα χέρια. Εικόνα απ' τα μάτια της Ευδοκίας να με ρωτάνε βλέποντας με, με απορία, αν δεν την σκέφτηκα καθόλου, αν την σκέφτηκα στιγμή μα αν είναι ένας ο λόγος που μετάνιωσα – κι ήτανε αυτή.