Αφύλαχτη είναι τώρα η ψυχή μου απροστάτευτη κι έτοιμη να πέσει η ζωή μου άλλη μάχη το ξέρω δεν θα αντέξει ούτε μπορεί καμιά άλλη να την γιατρέψει κι όμορφο δεν είναι το τέλος που την γυρεύει σ’ ένα τέλος ένα βράδυ θελημένα θα μπλέξει έτσι θα μπορέσει πλέον να μην υποφέρει αφού το ξέρει πως πίσω δεν μπορεί να σε έχει. Κάποτε είχαμε μαζί ένα παλάτι κι οδεύαμε σε ένα ονειρεμένο μονοπάτι που με άνθη στολισμένα ήταν το κάθε σοκάκι κι ένας κήπος ποτισμένος άνθιζε με αγάπη και κάθε ανθός ήτανε γεμάτος με φιλιά κι αγκαλιές που επούλωναν και τις πιο βαθιές μας πληγές και τον ποτίζαμε μ’ αγάπη και στοργή σαν ένα νεογέννητο κι όμορφο παιδί μα τον αφήσαμε κι οι δυο μας να ξεραθεί απ’ αγάπη απότιστος έμεινε κι είχε μαραθεί. Δικό μου το λάθος, το παραδέχομαι μα απ’ τη ρίζα τον έκοψες κι αυτό δεν το δέχομαι έριξες φωτιά κι έκαψες αυτόν τον κήπο κι εγώ που είχα την αγάπη μας τον πιο καλό μου φίλο περπατάω μέσα στον κήπο και μυρίζομαι στάχτη δεν μυρίζει όπως παλιά, που μύριζε αγάπη κομμένα τα άνθη, που χαζεύαμε μαζί μόνο άνθη κομμένα σε κάθε σκαλί.