Κάποιες φορές φαντάζει ανώφελο μα με αυτό βγάζεις το αλλόκοτο που κρύβεις μέσα σου βαθιά που γυρεύει χρόνια μια στεριά και συνεχίζεις για να δεις που θα φτάσει αν θα φτάσει όντως σε κάποιο λιμάνι έτσι το ρίχνεις στο κενό και ταξιδεύει σαν στάχτη χωρίς να κοιτάς αυτόν που σου χάρισαν χάρτη. Κάποιες φορές ταξιδεύει για να λερώσει κι άλλες τα ψεύτικα για να πληγώσει κι άλλοτε τη φωτιά να αναζωπυρώσει χωρίς το χαμένο του χρόνο ποτέ να χρεώνει αν η φωτιά στη καρδιά πήγαινε να σβήσει τις χρέωνες στιγμές δεν την άφηνες στη τύχη γελούσαν μαζί σου οι τέσσερις τοίχοι μα τους χαράζανε στιγμές οι δικοί σου οι στίχοι. Ανοιγόσουν και αφηνόσουν στο χαρτί έγραφες εσύ μα μιλούσε η ψυχή ξεκλείδωνες για λίγο το κλουβί και έκρυβες άθελα σου το κλειδί για να μείνει ανοιχτό λίγο ακόμη μπας και μπορέσει κάτι να διορθώσει αυτά που χρεώθηκε απ’ τη ζωή πίσω να δώσει και πάλι με τη μοναξιά να φιλιώσει Κάποτε βγαίνεις και βλέπεις μια αγάπη μα δεν τη ξεχωρίζεις απ’ την πλάνη κι άλλοτε βλέπεις μια πληγή που την θυμάσαι πολύ πιο μικρή μα πάντα βλέπεις την μοναξιά σου και δεν ξεχνάς πως ήταν πάντα κοντά σου έτσι ξαναζείς αυτή τη στιγμή που κράτησε όμως μια ολόκληρη ζωή. Όταν ανοίγεις τη καρδιά σου στο χαρτί σαν μια στο πέλαγος που ταξιδεύει κραυγή και την αφήνεις μονάχη ίσως βρει κάπου αλλού να πλαγιάσει και να επιστρέψει πάλι σε σένα από μάτια οικεία μα και ξένα ίσως βρήκε λιμάνι για να ξαποστάσει κι αγάπη για να ξεδιψάσει. Κι όταν βρουν αληθινά το προορισμό τους ο αντίλαλος θα φωτίζει το φευγιό σου και στο ταξίδι δεν θα είσαι μόνος θα μοιράζεσαι με κάποιον τον φόρτο που τραβάς μόνος στη ψυχή σου ίσως την ξεκλειδώσεις και χαρίσεις το κλειδί σου αν πιστεύει στην κραυγή σου τότε αξίζει να πορεύεται μαζί σου. Κι όταν κλείνεις τα μάτια το φαντάζεσαι ανοίγεις διαδρόμους και μέσα τους χάνεσαι φτιάχνεις εισόδους σφραγίζεις πάντα τις εξόδους και ταξιδεύεις μονάχος μέσα στους στοίχους και τους φτιάχνεις εικόνες πάνω στους τοίχους κι αφήνεις το χέρι μόνο να μιλήσει αυτά που βλέπεις για πάντα να αποθανατίσει. Κι όσο στο μυαλό σου οι σκέψεις ταξιδεύουν με λέξεις τα χέρια σου τις προφέρουν και στο χαρτί τους δίνουν ζωή και παίρνουν αυτήν που διάλεξες μορφή τις μπλέκεις με χρώμα και τις φτιάχνεις εικόνες τις κεντάς με μελάνι να μην μίνουνε μόνες και βαδίζουν κι αυτές πλέον μαζί σου δικαιολογώντας την όποια απόφαση σου. Κάποιες φορές τις ταξιδεύεις σε μέρη μοιραία αληθινά κι ας δείχνουν τόσο ωραία κι άλλες φορές τις αφήνεις κάπου πεταμένες μέσα στο σκοτάδι να μοιάζουν τόσο χαμένες κάποτε πάνω από θάλασσες και δάση κι άλλοτε στα πιο απόμακρα πελάγη. …μαζί με ένα περήφανο γεράκι.