Κοντεύει πλέον πέντε... και το κεφάλι μου γεμάτο από σφαίρες ξαπλωμένος στο κρεβάτι χωρίς κανένα χάδι μόνος μου κλισμένος στο σπίτι να ταΐζω την θλίψη με στοίχους στο χαρτί δεν είναι ντροπή;;; Κοντεύουν ξημερώματα και νιώθω χαμένος στα δεκαεννιά μου να προσμένω το τέλος πολλές φορές αδικημένος άλλες ντροπιασμένος κάποιες κερδισμένος μα όταν τελειώνουν όλα, πάντα χαμένος. Φοβισμένος που θα καταλήξει αυτή η ιστορία αν θα συνεχίσει αν θα συνεχίσω να τρέχω για τα υλικά αγαθά που στον εαυτό μου προσφέρω. Αν θα μεγαλώσει η πληγή που μου ανοίξανε άνθρωποι στενοί. Τους άκουσα να λεν πως περήφανοι είναι για μένα που έφτασα ως εδώ και χαμογελάνε για μένα πως ότι κάνουν το κάνουν για μένα και ότι θα είναι πάντα εδώ για μένα. Μα τώρα όμως πως βρέθηκα μόνος ντυμένος με τη θλίψη και το πόνο και στο χαρτί να ματώνω την αγάπη στο κερί να την λιώνω να την αφήσω να σαπίσει ποτέ ξανά να μην μ’ αγγίξει. Τώρα τους ακούω να λένε ντροπιασμένοι ότι ντρέπονται για μένα κι είναι απογοητευμένοι ντρέπονται να πουν πως είμαι γιός τους ότι είμαι ένα γέννημα δικό τους παρά μόνο ένας ιός που αναπτύχθηκε μεγάλωσε, δυνάμωσε και μίλησε -Μα στάσου... θυμήσου πως έχεις κοντά σου την κοπελιά σου και τον αδερφό σου που είναι πάντα στο πλευρό σου νοιάζονται για το καλό σου εκτιμώντας το σεβασμό τους και να το πω στα ίσα δεν ντρέπομαι αντάξιος τους δεν είμαι δεν το δέχομαι κλείνω τα μάτια και σκέφτομαι πως θα ήταν αν δεν ζούσα και το δέχομαι θα χαιρόταν η ζωή μου ή θα ήταν πάλη σκύλα αν δεν ήμουνα εδώ αν δεν υπήρχα αν ανοίξω το παράθυρο και ψηλά θα πετάξω όλους τώρα να ξεχάσω και να το πράξω στα ουράνια να φτάσω... με τους παππούδες μου σε ένα αστέρι ν' αράξω -τότε θα κλάψουν για μένα...(;) θα ντυθούνε στα μαύρα με μάτια δακρυσμένα...(;) -μα τα μάτια τα θλιμμένα τα έχουνε και τώρα που είμαι στη ζωή ακόμα... Θα κοιμηθώ πέρασε η ώρα ας ελπίσω το πρωί να βρουν ένα πτώμα θα κλείσω τα μάτια κι ας ελπίσω να 'ναι για πάντα θα κοιμηθώ, πέρασε η ώρα ας ελπίσω το πρωί να ‘μαι σε κόμμα θα κλείσω τα μάτια τέλος τους Μάη, ας είναι για πάντα.