Ένας βυθός γεμάτος χαλάσματα και συντρίμμια
που κρύβει στα έγκατα του τα πιο όμορφα μυστήρια,
¨αγάπη – μίσος – έρωτας – πόνος¨ μέσα στα χρόνια
λέξεις που δεν προφέρονται με λόγια.

Έπνιξε πολλά πειρατικά καράβια
ξεβράζοντας στην ακτή τα ψεύτικα τους κατάρτια…
Πνίγοντας τις συντεταγμένες του, σβήνοντας τον χάρτη
και χάθηκε για πάντα μέσα σ’ ένα μόνο βράδυ.

Αν σε καλέσει μέσα του, όμορφα θα ζεις
αν πας να εισβάλεις απευθείας θα πνιγείς…

Θολά τα νερά από σπασμένες πετρελαιοκηλίδες
το φως του φεγγαριού τα λούζει το τις νύχτες
ξαναζωντανεύοντας τις νεκρές του ελπίδες
που θα πεθάνουν ξανά το πρωί σαν μούσες…

Με θολά τα νερά, γεμάτα με θλίψη
προσπαθεί χρόνια το έδαφος του να καθαρίσει
μα ξάφνου βλέπει μια γοργόνα
την Γοργόνα που γυρόφερνε για χρόνια.

…Ένα κόσμο που του έδωσε όνομα
μια Γοργόνα ένα απόγευμα τόσο απλόχερα.
Τον κοίταξε στα μάτια και δεν ήταν καθόλου μικρός
…και τον ονόμασε απλά βυθό.